Όλοι έχουμε ακούσει ή διαβάσει, στη διάρκεια των χρόνων, πως το Linux είναι το ιδανικό λειτουργικό σύστημα προκειμένου να «αναστήσουμε» παλιούς υπολογιστές. Άραγε, ισχύει αυτό στην πραγματικότητα ή μήπως είναι ένας ακόμα αστικός μύθος της τεχνολογίας; Ας το δούμε λίγο πιο αναλυτικά, καθώς, πλέον, βρισκόμαστε στον 21ο αιώνα.
Καταρχάς, τι σημαίνει η λέξη «ανάσταση»; Πρόκειται για έναν όρο με θρησκευτικές καταβολές και μεταφυσικές ιδιότητες. Στη περίπτωσή μας, εννοούμε πως έχουμε έναν υπολογιστή χαμηλών προδιαγραφών, «νεκρό» ή, καλύτερα, παροπλισμένο, ο οποίος κουβαλάει πολλά χρόνια ζωής στην πλάτη του, και επιθυμούμε να τον επαναφέρουμε στη ζωή ώστε να τον ξανακάνουμε παραγωγικό. O συγκεκριμένος υπολογιστής έτρεχε παλιότερα κάποιο άλλο λειτουργικό σύστημα, συνήθως Windows. Αυτό έχει, πλέον, «μπουκώσει», ενώ δεν παρέχει δυνατότητα αναβαθμίσεων.
Γιατί, όμως, να θέλει κάποιος να χρησιμοποιήσει έναν παλιό υπολογιστή, που μπορεί να είναι ακόμα και «αρχαίος»; Ορισμένοι λόγοι που μου έρχονται στο μυαλό είναι οι εξής:
- Επειδή ξέμεινε και δεν έχει την οικονομική δυνατότητα να αποκτήσει καινούργιο
- Ως βοηθητικό μηχάνημα για δευτερεύουσες εργασίες
- Για λόγους χόμπι, όπως για να παίζει παλιά arcade παιχνίδια
- Έτσι, επειδή μπορεί
Αν θέλουμε, λοιπόν, να ξαναδώσουμε ζωή σε αυτό το παλιό μηχάνημα, θα πρέπει είτε να επαναφέρουμε το υπάρχον λειτουργικό του σύστημα είτε να εγκαταστήσουμε κάποιο άλλο, πιο ελαφρύ. Μια διανομή Linux στην προκείμενη περίπτωση —ειδικά αν δεν έχουμε πια τα CDs/DVDs εγκατάστασης του αρχικού λειτουργικού.
Το πρώτο ερώτημα που προκύπτει εδώ είναι το αν μπορούμε να εγκαταστήσουμε οποιαδήποτε διανομή. Την τελευταία έκδοση του Ubuntu, ας πούμε. Η θεωρητική απάντηση είναι πως μπορούμε να του βάλουμε οτιδήποτε μας κατέβει στο κεφάλι. Ωστόσο, η θεωρία έχει τεράστια απόσταση από την πράξη.
Διαβάστε την συνέχεια εδώ: